EN

The subject of the architectural competition, despite its relatively small size, presents a high level of complexity, since it asks for three different programs that are not necessarily compatible: a kindergarten, a center for the elderly and a public library. This seemingly difficult coexistence became for the project a positive driving force that could produce a condition where people from different age groups can co-exist and meet.

Therefore, the proposal aims to combine and organize the different uses in such a way that would allow each one to be self-sufficient and independent, while simultaneously creating the necessary conditions that could generate a fuse between them at specific places. This is achieved by creating a series of outdoor spaces where each age group can be independent as well as a roof garden where they can meet and interact.

At the same time the proposal operates in terms of integration in relation to the characteristics of the neighborhood. A neighborhood that consists almost exclusively of low-profile housing while displaying an apparent homogeneity; one could argue a place that is architecturally unremarkable. In that context, the proposal on a first level tries to fuse-in by maintaining the low profile. Nonetheless, through subtle design decisions, as well as through material choices, it generates a special identity, seemingly semi-hidden, that can be understood on a second level. Consequently, the building can become a reference point for the area in a ‘soft’, implied, and almost elusive way. Thus, instead of pointing out its difference from the surroundings, the building attempts to operate through resemblance and a quasi-sameness. Instead of operating through juxtaposition and dialectics it operates through modulation.

In terms of interior organization, all spaces follow the concept of transformability through open plan. Once again, the idea of ‘softness’ comes into play; this time in relation to limits, divisions and transitions. Movement is in most places fluid, while where one would expect rigid walls, one encounters a modular furniture that creates an array of different conditions that allow a certain degree of permeability. On a second, even more subtle way, divisions are created through a system of curtains that enhance the transformability and fluidity of the spaces.

GR

Το θέμα του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού, παρά το σχετικά μικρό συνολικό εμβαδό, παρουσιάζει μια ιδιαίτερη πολυπλοκότητα καθώς περιλαμβάνει στο πρόγραμμα του τρεις χρήσεις που δεν είναι απαραίτητα συμβατές μεταξύ τους: έναν βρεφονηπιακό σταθμό, ένα Κ.Α.Π.Η. και μία δημοτική Βιβλιοθήκη. Αυτή η φαινομενικά παράδοξη συνύπαρξη των τριών χρήσεων λειτούργησε ως μια θετική συνθήκη, με σκοπό τη δημιουργία ενός κτιρίου που θα μπορέσει να δημιουργήσει μία κατάσταση συνύπαρξης όπου άνθρωποι διαφόρων ηλικιών μπορούν να έρχονται σε επαφή.

Έτσι βασικό στόχο της πρότασης αποτέλεσε η οργάνωση των διαφορετικών χρήσεων με τρόπου που να μπορούν να λειτουργούν τόσο ανεξάρτητα όσο και να δημιουργούν
συνθήκες συνάντησης μεταξύ τους. Καθώς το κτίριο αναπτύσσεται καθ’ ύψος, αυτό αντιμετωπίζεται ως ένας συμπαγής όγκος στον οποίο δημιουργούνται εσοχές και κενά που χρησιμεύουν ως αυλές και χώροι αναψυχής για τις διάφορες χρήσεις. Συνολικά διαμορφώνονται τέσσερις ημιυπαίθριοι χώροι που λειτουργούν ως αυλή των νηπίων, των βρεφών, του Κ.Α.Π.Η. καθώς και διαμορφωμένο δώμα που αποτελεί τόσο σημείο συνάντησης των διάφορων χρηστών.

Παράλληλα η πρόταση στοχεύει μορφολογικά να δημιουργήσει μία συνθήκη
ένταξης. Κατ’ αρχάς ένταξης στην γειτονιά που βρίσκεται: μία γειτονιά κατοικίας, χαμηλών τόνων και σχετικής ομοιογένειας˙ θα μπορούσε να πει κανείς μία γειτονιά αρχιτεκτονικά ‘αδιάφορη’. Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόταση διατηρεί σε πρώτο επίπεδο τους ‘χαμηλούς τόνους’ φροντίζοντας όμως με ιδιαίτερες σχεδιαστικές χειρονομίες αλλά και τη χρήση των υλικών να δημιουργήσει μία ιδιαιτερότητα που να μπορέσει να γίνει αντιληπτή σε δεύτερο επίπεδο, έτσι ώστε τελικά το κτίριο να γίνει με τον τρόπο του σημείο αναφοράς για την περιοχή. Να γίνει δηλαδή σημείο αναφοράς με έναν ‘μαλακό’, σχεδόν υπονοούμενο τρόπο που αντί να επιβάλλεται φωνάζοντας την διαφορά του σε σχέση με τα γύρω του κτίρια αναδύεται ομαλά μέσω της περίπου-ομοιότητας. Αντί να λειτουργήσει μέσω της αντίθεσης, προσπαθεί να καθιερωθεί μέσω της ‘αλλοίωσης’.

Σε επίπεδο εσωτερικής οργάνωσης οι χώροι όλων των χρήσεων ακολουθούν μία λογική ανοιχτής κάτοψης και μεταβλητότητας. Ξανά, κυριαρχεί η έννοια του ‘
μαλακού’, αυτή τη φορά επίπεδο ορίων και μεταβάσεων. Προκρίνεται η ροϊκή κίνηση μεταξύ των χώρων ενώ τα σταθερά όρια των τοίχων αντικαθίστανται από ένα σύστημα επίπλων που δημιουργούν διαφορετικές συνθήκες σε κάθε περίπτωση. Ένας δεύτερος, ακόμα πιο διακριτικός, διαχωρισμός γίνεται με τη χρήση κουρτινών που δίνει τη δυνατότητα στους χρήστες να μεταβάλλουν των χώρο άλλοτε απομονώνοντας περιοχές και άλλοτε αφήνοντάς τον ενιαίο.

>>info:
design:object-e | Dimitris Gourdoukis & Katerina Tryfonidou with Danai Evangelopoulou, Georgia Talari.
structural engineer:Athanasios Tzanavaris (Metesysm)
E/M engineer:Giorgos Evgenidis
date:2021